- Γκρόντνο
- Πόλη (308.900 κάτ. το 1999) της Λευκορωσίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης περιοχής. Είναι χτισμένη και στις δύο όχθες του ποταμού Νέμαν. Η πόλη αναφέρεται για πρώτη φορά το 1183. Το 1376 την κατέλαβε ο Λιθουανός πρίγκιπας Βίτοφτ και το 1569 οι Πολωνοί. Προσαρτήθηκε στη Ρωσία το 1795 και το 1801 έγινε πρωτεύουσα κυβερνείου. Το Γ. είναι επίσης γνωστό από την αγροτική εξέγερση του 1863. Την εποχή εκείνη η πόλη ήταν επαναστατικό κέντρο Λευκορώσων αγροτών. Από το 1920 έως το 1939 ήταν και πάλι στην κατοχή της Πολωνίας. Στη συνέχεια κατέλαβαν την πόλη οι Γερμανοί και τελικά απελευθερώθηκε από τα σοβιετικά στρατεύματα τον Ιούλιο του 1944. Η πόλη είναι σημαντικός σιδηροδρομικός κόμβος και αξιόλογο βιομηχανικό κέντρο. Διαθέτει εργοστάσια κατασκευής μηχανών, κατεργασίας μετάλλων, υποδημάτων, χημικών προϊόντων, ανταλλακτικών αυτοκινήτων, ηλεκτρικών συσκευών, κλωστήριο βαμβακιού και βιοτεχνίες έτοιμων ρούχων και επίπλων. Συγκρότημα μοναστηριών και καθολικών εκκλησιών ρυθμού μπαρόκ, καθώς και πολλά παραδοσιακά κτίρια, καλά διατηρημένα, συμβάλλουν ώστε να διατηρεί η πόλη την παλιά φυσιογνωμία της. Οι πιο αξιόλογες οικοδομές του παρελθόντος είναι η καθολική εκκλησία, το μοναστήρι των Βερναρδιέρων, τα ανάκτορα του Στεφάν Μπατόρι και η εκκλησία Μπορισογκλέμπσκαγια στο προάστιο Κολόζα. Ανασκαφές που έγιναν εξάλλου στην πόλη, έφεραν στο φως πολλά αντικείμενα από γυαλί, κεραμικά και άλλα, που δείχνουν πως στο αρχαίο Γ. είχε αναπτυχθεί η βιοτεχνία και το εμπόριο. Το σύγχρονο Γ. είναι σημαντικό πολιτιστικό κέντρο με παιδαγωγικό ινστιτούτο, ιατρική και γεωπονική σχολή, μέσες ειδικές σχολές, μουσείο και δραματικό θέατρο.
Dictionary of Greek. 2013.